Έρευνα για την εξοικείωση των βιβλιοθηκονόμων των ελληνικών ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών με τα metadata
Date
2004Author
Γαρουφάλλου, Εμμανουήλ
Μπαλατσούκας, Παναγιώτης
Garoufallou, Emmanouel
Balatsoukas, Panos
Metadata
Show full item recordAbstract
Τα metadata ή data about data (δεδομένα για τα δεδομένα) είναι ένας τρόπος ελέγχου των πηγών που υφίστανται σε δίκτυο, που επιτυγχάνεται μέσα από τη «βιβλιογραφική» τους ανάλυση. Η εφαρμογή λοιπόν των metadata στοχεύει στη διαμόρφωση κατάλληλων συνθηκών αναζήτησης, εντοπισμού, αξιολόγησης και ανάκτησης των πηγών αυτών. Επιπλέον, άλλες πληροφορίες όπως η διατήρηση των ψηφιακών πηγών και η παροχή ενημέρωσης σχετικής με την πνευματική ιδιοκτησία της πηγής ή τα τεχνικά της χαρακτηριστικά επεκτείνουν και εμπλουτίζουν την παραδοσιακή διαδικασία της βιβλιογραφικής πληροφόρησης. Τα metadata, λοιπόν, από τα τοπικά συστήματα ψηφιακών βιβλιοθηκών μέχρι την ανάπτυξη του semantic web, έρχονται να ενισχύσουν και να στηρίξουν τη διαδικασία της διαχείρισης της ηλεκτρονικής πληροφορίας διαμορφώνοντας κατάλληλες συνθήκες χρήσης της στο Διαδίκτυο. Παράλληλα όμως η χρήση τους ενισχύει και τον ρόλο των βιβλιοθηκονόμων ως διαχειριστών αυτής της πληροφορίας, οι οποίοι καλούνται να αποκτήσουν ένα σαφώς περισσότερο τεχνολογικό προσανατολισμό. Η παρούσα ανακοίνωση έχει ως σκοπό να παρουσιάσει τα αποτελέσματα έρευνας που εξέταζε την εξοικείωση και τη σχέση των βιβλιοθηκονόμων των ελληνικών ακαδημαϊκών βιβλιοθηκών με τα metadata. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 49 βιβλιοθηκονόμων την περίοδο Νοεμβρίου-Δεκεμβρίου 2002. Η σύνταξη ερωτηματολογίου και η βιβλιογραφική έρευνα αποτέλεσαν τις βασικές μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν για την πραγματοποίηση της έρευνας. Όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της έρευνας, η σχέση των βιβλιοθηκονόμων με τα metadata στη πλειοψηφία των περιπτώσεων είναι επιφανειακή ή ανύπαρκτη. Πιο συγκεκριμένα, το 32.7% των βιβλιοθηκονόμων δηλώνει πως δεν έχει ακούσει ποτέ για τα metadata, ενώ το 40.8% υποστηρίζει πως απλά έχει ακούσει γι’ αυτά χωρίς όμως να έχει λάβει κάποια μορφή εκπαίδευσης ή προσωπικής ενασχόλησης με το αντικείμενο. Αντίθετα ένα μικρότερο ποσοστό φαίνεται πως έχει μια πιο σαφή εικόνα για τα metadata την οποία απέκτησε είτε παρακολουθώντας σεμινάρια, συνέδρια ή σχετικά μαθήματα στις μεταπτυχιακές τους σπουδές (22,4%), είτε με προσωπική ενασχόληση με τα metadata (4.1%). Οι παραπάνω μορφές εκπαίδευσης φαίνεται να αποτελούν τις κυριότερες πηγές πληροφόρησης των βιβλιοθηκονόμων, ωστόσο η έλλειψη συχνότητας αλλά και ο ανεπαρκής σχεδιασμός αυτής της εκπαίδευσης δημιουργούν προβληματισμό ως προς την αποτελεσματικότητά της. Αναφορικά με τα metadata πρότυπα, το Dublin Core είναι το πιο διαδεδομένο πρότυπο μεταδεδομένων μεταξύ των ελλήνων βιβλιοθηκονόμων, ενώ ακολουθούν το ΤΕΙ header και το EAD. Όσον αφορά το AACR2/MARC, διακρίνεται μια αδυναμία των βιβλιοθηκονόμων να το θεωρήσουν ως ένα metadata πρότυπο. Αν και το 46.9% πιστεύει πως το παραδοσιακό αυτό πρότυπο μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στην περιγραφή των πηγών Διαδικτύου, μόλις το 4.1% ανέφερε το AACR2/MARC ως ένα από τα metadata πρότυπα που γνωρίζει. Τέλος, από τα αποτελέσματα της έρευνας δημιουργείται ένας προβληματισμός σχετικά με τη δυνατότητα των βιβλιοθηκονόμων να περιγράψουν αυτόνομα και χωρίς προβλήματα πηγές του Διαδικτύου. Η έλλειψη εξοικείωσης των βιβλιοθηκονόμων με σύγχρονες τεχνολογίες του Διαδικτύου και των metadata ειδικότερα, φαίνεται πως θα αναστείλει την ανάληψη του φυσικού τους ρόλου ως διαχειριστών της πληροφορίας στο ηλεκτρονικό περιβάλλον. Συνοψίζοντας, βασική επιδίωξη της ανακοίνωσης αυτής είναι να συμβάλλει στον προβληματισμό γύρω από τα metadata και τους έλληνες βιβλιοθηκονόμους και να χρησιμεύσει προτρεπτικά στην ανάληψη πρωτοβουλιών για την εκπαίδευση τους πάνω στον συγκεκριμένο τομέα, ο οποίος μπορεί να διαμορφώσει και να συμβάλλει στην ενίσχυση του ρόλου του βιβλιοθηκονόμου στη διαχείριση της ηλεκτρονικής πληροφορίας