Ανοικτή πρόσβαση Δεύτερης Γενιάς: καλλιεργώντας υποδομές ανοιχτών δεδομένων για Οργανισμούς Μνήμης και Τέχνης
Abstract
Η ποσοτική αύξηση των οργανισμών που την τελευταία δεκαετία υιοθετούν πολιτικές Ανοιχτής
Πρόσβασης έχει συνοδευτεί και από μία πιο πρόσφατη ποιοτική μεταβολή του τρόπου με τον οποίο
η πρόσβαση αυτή οργανώνεται. Στα πρώτα στάδια παροχής Ανοιχτής Πρόσβασης, βασικός στόχος
ήταν η διάθεση πρωτεύοντος περιεχομένου με άδειες Ανοιχτού Περιεχομένου (κυρίως Creative
Commons ή GNU Free Documentation Licence). Τα μεταδεδομένα που χρησιμοποιούνταν για την
τεκμηρίωση του σχετικού υλικού παρέμεναν στην αποκλειστική σφαίρα ελέγχου του οργανισμού
που πραγματοποιούσε τη διάθεση. Ωστόσο, η ευρεία χρήση τεχνολογιών web 2.0 σε συνδιασμό με
την εδώ και καιρό συσωρευμένη ανάγκη για διαλειτουργικότητα των μεταδεδομένων,
πληροφορικών σχημάτων και οντολογιών οδήγησαν σε μια προσπάθεια ποιοτικής επέκτασης των
πολιτικών Ανοιχτής Πρόσβασης και στο δευτερογενές περιεχόμενο. Aυτό περιλαμβάνει κυρίως
μετα-δεδομένα και περιεχόμενο που δημιουργείται από χρήστες (User Generated Content). Η
βαθειά Ανοχτή Πρόσβαση ή Ανοιχτή Πρόσβαση δεύτερης γενιάς είναι αποτέλεσμα δύο βασικών
τάσεων: Πρώτον, μια σειρά από οργανισμούς μνήμης και τέχνης, κυρίως μουσεία και εκθεσιακοί
χώροι, δεν επιθυμούν να παράσχουν πλήρη ανοιχτή πρόσβαση στο πρωτογενές τους περιεχόμενο,
αλλά κατανοούν τα οικονομικά-δημόσιας έκθεσης και πολιτισμικά-εκπαιδευτικά οφέλη από την
ευρύτερη χρήση του περιεχομένου τους από τους τελικούς χρήστες. Κάτι τέτοιο απαιτεί την
παροχή δυνατοτήτων σχολιασμού και διασύνδεσης του περιεχομένου, έστω κι αν η διάθεσή του
παραμένει κεντρικοποιημένη. Δεύτερον, η σταδιακή μετατόπιση της παγκόσμιας πληροφοριακής
υποδομής προς την κατεύθυνση του σημαντικού διαδικτύου (semantic web), σημαίνει ότι η εύρεση
της πληροφορίας με το μικρότερο δυνατό κόστος ενθαρύνει τη χρήση ανοιχτών δεδομένων και την
αντίστοιχη δόμηση της πληροφορίας στο σημείο γέννεσής της. Οι τάσεις αυτές είναι ιδιαιτέρως
έντονες στις περιπτώσεις των οργανισμών τέχνης και μνήμης, το περιεχόμενο των οποίων (α)
συναρτάται άμεσα με την παροχή σημασιολογικού συμφραζομένου από το χρήστη και (β) συχνά
επαναχρησιμοποιείται ή διασυνδέεται με το περιεχόμενο άλλων αντιστοίχων οργανισμών, ειδικά
προκειμένου να εξυπηρετηθούν εκπαιδευτικές ανάγκες. Η παρούσα μελέτη εξετάζει τις
οργανωτικές και νομικές υποδομές που είναι απαραίτητες για αυτή την επίτευξη Ανοιχτής
Πρόσβασης Δεύτερης Γενιάς. Ειδικότερα εξετάζει δύο διαφορετικές πολιτικές ανοιχτών
δεδομένων: (α) αυτήν που παρουσιάζεται από τα Creative Commons με την άδεια CC Zero και (β)
αυτή που προτείνεται από το Open Knowledge Foundation με την Open Database Licence. Το
άρθρο καταλήγει με την πρόταση μίας σειράς από στρατηγικές και εργαλεία, νομικά και
οργανωτικά, που οι οργανισμοί μνήμης και τέχνης μπορούν να υιοθετήσουν προκειμένου να
πετύχουν ροές αξίας ανάλογες προς τους στόχους που επιδιώκουν να πραγματοποιήσουν.